Περί της χρήσης κλινικών όρων ψυχικής υγείας σε άσχετες κουβέντες

Είναι συχνό σε προφορικούς διαλόγους και ακόμη πιο συχνό σε διαλόγους του διαδικτύου να χρησιμοποιούμε όρους που έχουν να κάνουν με την ψυχική υγεία με σκοπό να βρίσουμε ή να επιτιμήσουμε κάποιον. Για παράδειγμα, αντί να αποκαλέσουμε κάποιον «ηλίθιο», «γελοίο», «φαντασμένο» κλπ, τον λέμε «ψυχωσικό», «διπολικό», λέμε ότι βρίσκεται σε «παραλήρημα» ή σε «ψυχωσικό επεισόδιο».

Αυτό δεν είναι οκ. Αντίθετα, αποτελεί ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Καλλιεργεί στη συλλογική συνείδηση ότι το να φέρει κανείς τα χαρακτηριστικά ενός ανθρώπου που υποφέρει ψυχικά τον καθιστά άνθρωπο δεύτερης κατηγορίας, που αξίζει και πρέπει να λοιδορηθεί. Όσο το κάνουμε, συμβάλλουμε σε αυτή την απανθρωποποίηση όσων δυσκολεύονται ψυχικά (δηλαδή όλων μας σε κάποια φάση της ζωής μας).

Είναι μάλιστα ιδιαίτερα συχνό αυτού του τύπου η χρήση των ψυχιατρικών όρων να γίνεται από επαγγελματίες ψυχικής υγείας (ψυχιάτρους, ψυχολόγους, θεραπευτές κάθε τύπου κά). Αυτό ανοίγει και θέματα δεοντολογίας, καθώς τίθεται το ερώτημα του αν έχει νόημα κάποιος να έχει τον ρόλο του υποστηρικτή θεραπευόμενων, για την συνθήκη των οποίων δεν δείχνει τον ίδιο σεβασμό που δείχνει για όλους τους άλλους που δεν βρίσκονται σε θεραπεία.

Υπάρχουν βέβαια πολλοί που πιστεύουν ότι γενικότερα η χρήση διαγνωστικών όρων, σε οποιοδήποτε πλαίσιο ψυχικής υγείας, δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει. Όπως και να έχει όμως, όροι όπως «ψύχωση», «διπολική διαταραχή», «οριακή προσωπικότητα» κλπ δεν δημιουργήθηκαν για να βρίζουμε όσους μας εκνευρίζουν, αλλά για να βοηθήσουν τους επαγγελματίες της ψυχικής υγείας να υποστηρίξουν με την κατάλληλη θεραπεία τους ανθρώπους που δυσκολεύονται ψυχικά.

Τι κάνουμε λοιπόν; Για εμένα το καλύτερο είναι, αντί να μιλήσουμε εμμέσως για αυτό που μας ενοχλεί βάζοντας έναν επιθετικό προσδιορισμό σε κάποιον άλλο, να το κάνουμε άμεσα και να αναφέρουμε γιατί η ενέργειά του δεν είναι σύμφωνη με το αξιακό μας σύστημα.

Αν όμως δεν είμαστε διατεθειμένοι να μπούμε σε αυτή τη διαδικασία και θέλουμε πραγματικά να βρίσουμε και να προσβάλουμε, τότε η ελληνική γλώσσα μας προσφέρει έναν εξαιρετικό πλούτο χαρακτηρισμών για να εκφραστούμε. Ίσως, βέβαια, το να αποκαλέσουμε κάποιον «εγωπαθή» ή με κάποια άλλη λέξη της καθομιλουμένης να μας αφαιρεί κάτι από την εξουσία που θα αποκτούσαμε αν στη θέση του χρησιμοποιούσαμε έναν κλινικό όρο, όπως η «ναρκισσιστική διαταραχή». Στην πραγματικότητα, όμως, η απλή αυτή έκφραση είναι πιο κοντά σε αυτό που θέλουμε να πούμε και δείχνει πολύ περισσότερο σεβασμό προς όλους τους ανθρώπους που μάχονται να διαχειριστούν δύσκολα ψυχικά ζητήματα.

Προτείνω, λοιπόν, να επιστρέψουμε στις παλιές καλές βρισιές, πέρα από διαγνώσεις και ορολογίες. Προτεινω, επίσης, κάθε φορά που γινόμαστε μάρτυρες μιας τέτοιας συνομιλίας, να παίρνουμε θέση, γιατί, όταν κανείς δεν μιλάει, αφήνεται η εντύπωση ότι η εν λόγω συμπεριφορά είναι εντάξει για τον περίγυρο κι έτσι με έναν παθητικό τρόπο επικυρώνουμε όσα συμβαίνουν.

Όποιος/α θέλει μπορεί να μοιραστεί το κείμενο ή τον σχετικό σύνδεσμο. non-violence.gr/ψυχιατρικές-ορολογίες